Πληγή για τη βιομηχανία, η απουσία χωροταξικού σχεδιασμού. Πόσο μπορούν να βοηθήσουν τα επιχειρηματικά πάρκα και ποια κίνητρα πρέπει να δώσει η πολιτεία. Οι πέντε άξονες για τη λύση του προβλήματος. Γράφει ο Γ.Δ. του ΣΕΒ, Α. Σκέρτσος.
Όλοι συμφωνούμε, στα λόγια, ότι αν θέλουμε να δημιουργήσουμε ξανά καλές θέσεις εργασίας, να τονώσουμε τις εξαγωγές και να σταματήσουμε τη φυγή των νέων στο εξωτερικό, χρειαζόμαστε ένα περιβάλλον με σταθερούς κανόνες που να ενθαρρύνει την ανάταξη της βιομηχανίας στη χώρα μας. Η μετάβαση βέβαια από το γενικό πλαίσιο αρχών και ευχών στο συγκεκριμένο πλαίσιο πολιτικών, στο πώς θα πετύχουμε δηλαδή αυτόν τον στόχο, είναι μιαδύσκολη άσκηση στην οποία ελάχιστοι αριστεύουν στην Ελλάδα.
Ένας από τους σημαντικότερους λόγους, λοιπόν, για την τεράστια αποεπένδυση που έχει συμβεί στη χώρα μας και την αδυναμία προσέλκυσης νέων επενδύσεων είναι η επί δεκαετίες απουσία χωροταξικού σχεδιασμού για τις επιχειρήσεις, και ειδικότερα ενός οργανωμένου εθνικού σχεδίου ανάπτυξης επιχειρηματικών πάρκων.
Οι πολλές άτυπες βιομηχανικές συγκεντρώσεις και οι διάσπαρτες εγκαταστάσεις των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στη χώρα μας είναι μια άλλη όψη του ελλείμματος συγκροτημένης βιομηχανικής πολιτικής και εν τέλει της χαμηλής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα η διατήρηση επί μακρόν των επαγγελματικών εγκαταστάσεων σε καθεστώς εκτός σχεδίου και σε συνθήκες οριακής νομιμότητας συνεχίζει να είναι ιμάντας μεταφοράς και αναπαραγωγής των δομών του πελατειακού κράτους.
Ειδικά σε μια οικονομία όπως η δική μας, με ισχυρή παρουσία μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, η ενθάρρυνση οργανωμένων βιομηχανικών συγκεντρώσεων γύρω από δραστηριότητες που δημιουργούν προϊοντικές αλυσίδες αξίας είναι καθοριστικός παράγοντας για την επιδιωκόμενη αλλαγή αναπτυξιακού προτύπου. Κι αυτό διότι μόνον έτσι θα μπορέσουν να αναπτυχθούν οι επιθυμητές συνέργειες που θα οδηγήσουν σε οικονομίες κλίμακας, μεταφορά καινοτομίας, περισσότερη εξωστρέφεια και άρα πιο ανταγωνιστική μεταποίηση για όλα τα μεγέθη επιχειρήσεων.
Ο ΣΕΒ, στο πλαίσιο της ex ante και ex post αξιολόγησης που πραγματοποιεί με δομημένη μεθοδολογία για τα αποτελέσματα των νόμων που επηρεάζουν την επιχειρηματικότητα, έχει επιχειρηματολογήσει με στοιχεία ότι οι οργανωμένες υποδομές, άρα και τα επιχειρηματικά πάρκα, μειώνουν το κόστος εγκατάστασης, τα λειτουργικά κόστη, τις διοικητικές και δικαστικές εμπλοκές, περιορίζουν τη διαφθορά και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, ενώ βοηθούν τη δικτύωση και την ανάπτυξη οικονομιών κλίμακας.
Σύμφωνα, ωστόσο, με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος του ΣΕΒ, μόλις το 13% των μεταποιητικών επιχειρήσεων λειτουργεί σήμερα μέσα σε οργανωμένες επιχειρηματικές υποδομές, τα λεγόμενα επιχειρηματικά πάρκα. Ειδικότερα στην Αττική, η οποία αντιπροσωπεύει το 40-45% του συνόλου της μεταποιητικής παραγωγής της χώρας, λειτουργούν μόλις 3 ολοκληρωμένες περιοχές οργανωμένων υποδοχέων με συνολική έκταση 1780 στρεμμάτων (δηλαδή μόλις το 2,86% της συνολικής έκτασης οργανωμένων υποδοχέων στη χώρα).
Ειδικότερα, θεωρούμε ότι ο νόμος 3982/2011 για την «Ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων» και οι κανονιστικές πράξεις που ακολούθησαν είναι στη σωστή κατεύθυνση. Όμως διαπιστώνουμε ταυτόχρονα ότι τέσσερα χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου, η ανάπτυξη των επιχειρηματικών πάρκων και κυρίως η μετεγκατάσταση των επιχειρήσεων εντός αυτών παραμένει, προφανώς λόγω και της ύφεσης, εξαιρετικά διστακτική, με αποτέλεσμα η επιχειρηματικότητα, η οικονομία αλλά και το περιβάλλον να στερούνται τα πλεονεκτήματα που αυτά προσφέρουν.
Ο νόμος 3982/2011 αποκτά μεγαλύτερη σημασία εφόσον διευρυνθεί ώστε αφενός να περιλαμβάνει και άλλες κατηγορίες δραστηριοτήτων, αφετέρου να συγκεντρώνει σε ένα ενιαίο και λειτουργικό πλαίσιο όλες τις διάσπαρτες διατάξεις και προβλέψεις για την οργανωμένη εγκατάσταση, όπως π.χ. τις προβλέψεις του άρθρου 18 του Ν. 4302/2014.
Τα οφέλη που προκύπτουν από τη δημιουργία σύγχρονων οργανωμένων επιχειρηματικών υποδοχέων είναι σημαντικά και πρέπει να τα επισημαίνουμε, καθώς το συνολικό έλλειμμα φιλικού επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος τα έχει υπερκεράσει.
Ενδεικτικά αναφέρονται η πλήρης απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης άδειας εγκατάστασης, η μείωση του επενδυτικού ρίσκου λόγω άρσης αβεβαιότητας που σχετίζεται με τη χωροθέτηση, εγκατάσταση και αδειοδότηση, η δυνατότητα επέκτασης δραστηριοτήτων και εγκαταστάσεων, η μείωση του διοικητικού βάρους και κόστους που σχετίζεται με την περιβαλλοντική αδειοδότηση, η ένταξη σε ευνοϊκότερο φορολογικό πλαίσιο ως προς τον ΕΝΦΙΑ, η μείωση του κόστους εξωτερικής λειτουργίας (κοινόχρηστα, απορρίμματα, οδοφωτισμό) με αυτοδιαχείριση των κοινόχρηστων υποδομών κ.α. Έχουμε υπολογίσει δε, ότι το κόστος ίδρυσης μιας επιχείρησης εντός πάρκου κοστίζει 34% λιγότερο από ό,τι έξω από αυτό.
Γιατί παρ’ όλ’ αυτά υπάρχει διάχυτος σκεπτικισμός ενάντια στην προοπτική ίδρυσης ή και μετεγκατάστασης μιας επιχείρησης μέσα σε ένα πάρκο; Η απάντηση είναι προφανής: η έλλειψη διαθέσιμης πολεοδομημένης γης εντός επιχειρηματικού πάρκου, ιδίως στις περιοχές με αναπτυξιακό προσανατολισμό και υποδομές, δημιουργεί υψηλό κόστος απόκτησης γης που με τη σειρά του λειτουργεί αποτρεπτικά, ιδιαίτερα εν μέσω ενός υφεσιακού περιβάλλοντος.
Με λίγα λόγια, οι επιχειρήσεις αφενός χρειάζονται κίνητρα για την εγκατάσταση ή μετεγκατάστασή τους εντός πάρκων, αφετέρου υποστήριξη (με τη μορφή φορολογικών κινήτρων και εργαλείων χρηματοδοτικής μόχλευσης), όταν παίρνουν οι ίδιες πρωτοβουλίες εξυγίανσης των άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων, αναλαμβάνοντας το υψηλότατο κόστος των αναγκαίων υποστηρικτικών υποδομών και της μετατροπής τους σε σύγχρονες οργανωμένες εγκαταστάσεις επιχειρηματικών υποδομών.
Η άμεση ανάληψη και ο συντονισμός των δράσεων που την περίοδο αυτή αναλαμβάνει η πολιτεία είναι αναγκαία καθώς ο υπό κατάρτιση νέος αναπτυξιακός νόμος, η ενεργοποίηση της προσφάτως αναθεωρημένης χωροταξικής νομοθεσίας και του νόμου πλαίσιο για την αδειοδότηση αλλά κυρίως η ενεργοποίηση του ΕΣΠΑ 2014-2020 που σταδιακά τίθεται σε εφαρμογή αποτελούν προϋποθέσεις υλοποίησης του εθνικού σχεδίου ανάπτυξης που προτείνεται.
Οι οργανωμένες επιχειρήσεις που εκπροσωπεί ο ΣΕΒ, έχουμε καταθέσει σαφείς και τεκμηριωμένες προτάσεις μέσα από το Παρατηρητήριο Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος, οι οποίες ευελπιστούμε να εμπλουτιστούν από το Forum Βιομηχανίας που εγκαινιάστηκε πρόσφατα από την Υφυπουργό Βιομηχανίας κα.Θ. Τζάκρη και κυρίως να τεθούν σε εφαρμογή.
Όλες συντείνουν στην ανάγκη να τεθεί σε εφαρμογή ένα εθνικό επιχειρησιακό σχέδιο ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού των επιχειρηματικών πάρκων με τους ακόλουθους άξονες:
1) Eκσυγχρονισμός των πάρκων, με προτεραιότητα την πολεοδομική οργάνωση και εξυγίανση των άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων, εκεί που υπάρχουν ανάγκες παράλληλα με τη δημιουργία των αναγκαίων υποστηρικτικών υποδομών και τη δημιουργία δικτύων και διασυνδεδεμένων μεταφορών μέσα από στοχευμένες δημόσιες επενδύσεις.
2) Δημιουργία ειδικού ταμείου χρηματοδότησης, με δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους, προώθηση των συμβάσεων παραχώρησης με τις τοπικές αυτοδιοικητικές αρχές και θέσπιση πακέτου κινήτρων μετεγκατάστασης σε οργανωμένες περιοχές (π.χ. φορολογικών κινήτρων χρηματοδοτικής μόχλευσης ή και άλλων όπως το τίμημα εκποίησης των εγκαταλειπομένων γηπέδων και κτιρίων να λογίζεται ως ιδία συμμετοχή στο πλαίσιο του εκάστοτε ισχύοντος αναπτυξιακού νόμου, εφόσον προορίζεται για τη νέα επένδυση σε επιχειρηματικό πάρκο).
3) Πολεοδομικός σχεδιασμός, ώστε να αυξάνεται η διαθέσιμη έκταση και να μειώνεται η αξία της γης για εγκατάσταση, παράλληλα με την απαγόρευση της διάσπαρτης εγκατάστασης για τις περιπτώσεις όπου κάτι τέτοιο δεν αποτελεί μονόδρομο.
4) Δυνατότητα ανακήρυξης μεμονωμένων μεγάλων βιομηχανικών συγκροτημάτων και επιχειρηματικών συγκεντρώσεων (όπως π.χ. 3PLs) ως «σημειακών» επιχειρηματικών πάρκων.
5) Μείωση του πραγματικού χρόνου αδειοδότησης των επιχειρηματικών πάρκων (είτε πρόκειται για εξυγίανση των άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων, είτε για τη χωροθέτηση των υποδοχέων μεμονωμένης μεγάλης μονάδας, είτε για νέα Πάρκα, είτε για πάρκα εφοδιαστικής αλυσίδας).
Η δημιουργία ενός δομημένου πλαισίου εντός του οποίου θα λειτουργήσει και θα ανθήσει ξανά η μεταποιητική δραστηριότητα δεν είναι μια εύκολη ούτε μια φθηνή άσκηση. Για αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει συνεννόηση και συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, δημόσιας διοίκησης, τοπικών αρχών και φορέων διαχείρισης για τον επιμερισμό του κόστους. Αν το κράτος συμβάλλει με κάποιας μορφής ενισχυμένη δημόσια συμμετοχή, τα βάρη θα μειωθούν αισθητά και τα οφέλη θα γίνουν γρήγορα ορατά για την επιχειρηματικότητα, την ιδιωτική περιουσία, την κοινωνία, το περιβάλλον.
Αισιοδοξούμε ότι η στενή συνεργασία κράτους, επιχειρήσεων και τοπικών κοινωνιών μπορεί να φέρει αποτελέσματα, αρκεί να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν έχουμε χρόνο για άλλες καθυστερήσεις και ότι εκκρεμούν βασικά προβλήματα που χρονίζουν και περιμένουν να λυθούν.
euro2day.gr