Το 1938, ο εννιάχρονος Μίλτον Σιρότα ρώτησε τον µαθηµατικό θείο του πώς ονοµάζεται το νούµερο ένα ακολουθούµενο από 100 µηδενικά.
Όταν ο θείος του προσπάθησε να του εξηγήσει ότι δεν υπάρχει λέξη που να περιγράφει ένα τόσο µεγάλο νούµερο, ο µικρός, ύστερα από σύντοµη σκέψη, αποφάσισε να το «βαφτίσει» ονοµάζοντάς το googol, ένα όνοµα που θα καθιερωνόταν στον κόσµο των µαθηµατικών. Μισό σχεδόν αιώνα αργότερα, δύο νεαροί φοιτητές θα παράφραζαν ελαφρώς το googol, για να δηµιουργήσουν µια µηχανή αναζήτησης που θα «τίναζε τη µπάνκα στον αέρα», την Google.
Το 1995, δύο 23χρονοι φοιτητές, ο Αµερικάνος Λάρι Πέιτζ και ο Ρώσος Σεργκέι Μπριν, αποφάσισαν να µοιραστούν το κοινό τους πάθος, την αγάπη τους για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Αφού, λοιπόν, µετατρέπουν τον κοιτώνα τους σε εργαστήριο, καταφέρνουν να δηµιουργήσουν την BackRub, µια πρωτόγονη για τα σηµερινά δεδοµένα µηχανή αναζήτησης.
Αν και τα δύο αγόρια ήταν δύο εντελώς διαφορετικοί χαρακτήρες, µε αποτέλεσµα στην αρχή οι αντιπαραθέσεις και οι συγκρούσεις να διαδέχονται η µια την άλλη, εντέλει κατάφεραν να συνεργαστούν και να συµπαθήσουν ο ένας τον άλλο. Στόχος τους ήταν η δηµιουργία µιας «έξυπνης» µηχανής αναζήτησης, σε αντίθεση µε τις ήδη υπάρχουσες όπως η AltaVista και η Lycos, που θα µπορούσε να βάλει µια τάξη στον τεράστιο όγκο πληροφοριών του Διαδικτύου. Όπως δήλωσαν και στην πρώτη παρουσίαση του εγχειρήµατος σε φοιτητές, αν κάποιος πληκτρολογούσε τις λέξεις «ενοικίαση» και «αυτοκίνητο», θα εµφανιζόταν «άναρχα» ιστοσελίδες όπου απλώς υπήρχαν γραµµένες οι δύο λέξεις. Αντίθετα, µε την Google θα εµφανιζόταν πρώτα οι εταιρείες ενοικιάσεως αυτοκινήτων.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1998, το δίδυµο έσπευσε, φοβούµενο ότι ύστερα από µια σειρά διαλέξεων που είχε δώσει ότι κάποιος άλλος θα έκλεβε την ιδέα τους, να βάλει τις τελευταίες πινελιές για να βγάλει στην αγορά µια αναβαθµισµένη µηχανή αναζήτησης, την Google.
Την ίδια χρονιά καταφέρνουν να πείσουν έναν επιχειρηµατία, που εντυπωσιάστηκε από τα σχέδιά τους, να τους δώσει µια επιταγή των 100.000 δολαρίων. Όµως η εταιρεία Google δεν είχε επίσηµα συσταθεί ακόµη, µε αποτέλεσµα η επιταγή να µην µπορεί ακόµη να εισπραχθεί. Οπλισµένοι µε αυτοπεποίθηση που τους έδωσε η υποστήριξη του επιχειρηµατία, οι δύο νέοι προσέγγισαν φίλους και συγγενείς, συγκεντρώνοντας συνολικά ένα εκατοµµύριο δολάρια, αρκετά για να προµηθευτούν τα εξαρτήµατα που χρειαζόταν για να ξεκινήσουν.
Έτσι, λοιπόν, µέσα σε ένα γκαράζ που τους είχε παραχωρήσει ένας φίλος, οι Πέιτζ και Μπριν θα κατάφερναν να γράψουν Ιστορία. Οι δύο ιδρυτές θα αποδεικνύονταν από τα πρώτα τους βήµατα ιδιαίτερα προνοητικοί, ανατρεπτικοί και καινοτόµοι. Η πόρτα, στην οποία αργότερα θα έµπαινε µια ταµπέλα που θα έγραφε «Μπορείς να είσαι σοβαρός χωρίς να φοράς κοστούµι», άνοιγε µε τηλεκοντρόλ, είχαν εξασφαλίσει πάρκινγκ για τους πρώτους υπαλλήλους, ενώ υπήρχε και χώρος για ντους. Αργότερα, βέβαια, οι εγκαταστάσεις της Google θα εξελισσόταν σε εργασιακό παράδεισο, µε γυµναστήριο, στεγνοκαθαριστήριο, εστιατόρια, ειδικά διαµορφωµένους χώρους για συζήτηση και χαλάρωση, ενώ θα βραβευόταν ως η καλύτερη εταιρεία για εργασία στις ΗΠΑ.
Η φήµη των δύο ιδρυτών είχε ήδη αρχίσει να εξαπλώνεται στους πανεπιστηµιακούς κύκλους, ήταν όμως δύο άρθρα σε έγκυρες εφηµερίδες, στα τέλη του 1998, που τους βοήθησαν να γίνουν ευρέως γνωστοί. Όµως, η «απογείωση» για το ετερόκλητο δίδυµο θα ερχόταν όταν το PC Magazine συµπεριέλαβε την Google στον κατάλογο µε τους 100 καλύτερους διαδικτυακούς τόπους.
Γνωρίζατε ότι…
Όταν η κυρία Μπόνι Μπράουν προσλήφθηκε το 1999 από την Google για να κάνει µασάζ, πήρε ένα «πακέτο» µετοχών. Χάρη στις µετοχές αυτές ανήκει σήµερα στο κλαµπ των πολυεκατοµµυριούχων, ενώ έγραψε και βιβλίο µε τίτλο «Πώς πλούτισα κάνοντας µασάζ στην Google». Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο οι περίπου χίλιοι υπάλληλοι της διασηµότερης µηχανής αναζήτησης του Διαδικτύου έχουν συγκεντρώσει προσωπική περιουσία που ξεπερνά τα πέντε εκατ. δολάρια. Χαρακτηριστικό, επίσης, της ανατρεπτικής κουλτούρας της εταιρείας ήταν η αγγελία για πρόσληψη µάγειρα, τον πρώτο χρόνο λειτουργίας, στην οποία αναφερόταν ότι είναι η µοναδική θέση σεφ που προσφέρει µετοχές…
Κάπως έτσι, λοιπόν, και χωρίς την παραµικρή διαφήµιση, οι 10.000 αρχικοί χρήστες της ιστοσελίδας θα προσέγγιζαν µέχρι τον Σεπτέµβριο του 1999 τα τρία εκατοµµύρια. Οι Λάρι Πέιτζ και Σεργκέι Μπριν σύντοµα θα γίνονταν πολυεκατοµµυριούχοι µε προσωπική περιουσία που τους κατατάσσει ψηλά στη λίστα των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη. Παραµένουν, πάντως, προσγειωµένοι και σεµνοί, ενώ ζουν µια φυσιολογική ζωή χωρίς υπερβολές και ακρότητες. Η µόνη πολυτέλεια που επέτρεψαν στους εαυτούς τους ήταν η αγορά ενός Boeing 767 για τις συχνές επαγγελµατικές τους µετακινήσεις ανά τον κόσµο.
Πηγή: «Γνωστά Ονόματα, Αγνωστες Ιστορίες 3» Εκδ. Σταμούλης