Η ορθολογική κάλυψη έναντι ζημιών και ευθυνών δεν αποτελεί μόνο κριτήριο ανταγωνιστικότητας, αλλά και επιβίωσης, ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής ύφεσης και χρηματοπιστωτικής στενότητας, όπως η τρέχουσα, υπογράμμισε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ.
«Η αύξηση της αβεβαιότητας, των κινδύνων και των αναγκών που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη διαδικασία θεσμικής ενίσχυσης της φερεγγυότητας, της διαφάνειας και της αξιοπιστίας της αγοράς, δημιουργούν ένα γόνιμο έδαφος για την οικοδόμηση μιας νέας σχέσης μεταξύ της ιδιωτικής ασφάλισης, των επιχειρήσεων και των καταναλωτών».
Αυτά δήλωσε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Κων/νος Μίχαλος μιλώντας στην εκδήλωση για την κοπή της πίτας της εισηγμένης εταιρείας μεσιτών-συμβούλων ασφαλίσεων EUROBROKERS, θεωρώντας την σωστή ασφαλιστική κάλυψη για τις επιχειρήσεις -ιδιαίτερα κατά την τρέχουσα περίοδο της κρίσης- ως κριτήριο ανταγωνιστικότητας, επιβίωσης και όχι ως ένα ακόμη λειτουργικό κόστος.
Στη συγκεκριμένη λοιπόν ομιλία του, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, μεταξύ άλλων, ανέφερε:
O χώρος της ιδιωτικής ασφάλισης επηρεάστηκε έντονα από τις εξελίξεις. Βρέθηκε αντιμέτωπος με τη νέα μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, τον περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και τη νέα επιδείνωση των συνθηκών λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Βρέθηκε επίσης αντιμέτωπος με τον εφιάλτη των κεφαλαιακών ελέγχων που δημιούργησε πρόσθετες δυσκολίες, όπως είναι το πάγωμα προγραμμάτων ζωής συνδεδεμένων με επενδύσεις, η δημιουργία εμποδίων σε θέματα πληρωμής αντασφαλίστρων και βεβαίως ο περιορισμός της ελεύθερης επιλογής επενδύσεων σε χώρες της υπόλοιπης Ευρώπης.
Το 2016 έφερε μαζί του νέες προκλήσεις για την ασφαλιστική αγορά, αφού ξεκινά η πλήρης εφαρμογή του Solvency II, Η προσπάθεια αυτή γίνεται σαφώς δυσκολότερη και πιο περίπλοκη κάτω από τις δυσμενείς πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα. Ωστόσο, η πλήρης εφαρμογή του Solvency II θα αποτελέσει εγγύηση για την αξιοπιστία του χώρου σε μια εποχή όπου η φερεγγυότητα και η ασφάλεια αποτελούν κορυφαία κριτήρια.
Το περιβάλλον όμως αυτό δεν δημιουργεί μόνο εμπόδια στον ασφαλιστικό κλάδο, αλλά και προκλήσεις.
Ειδικά το τελευταίο διάστημα γίνεται εμφανής η αδυναμία του κράτους να ανταποκριθεί στις παροχές υγείας και σύνταξης στις οποίες είχαν υπολογίσει οι ασφαλισμένοι. Για αυτό, όλο και περισσότεροι πολίτες -παρά το μειωμένο διαθέσιμο εισόδημά τους- εξετάζουν την επιλογή της ιδιωτικής ασφάλισης στους συγκεκριμένους κλάδους.
Επίσης, η ανάγκη έξυπνων και προσιτών ασφαλιστικών λύσεων αφορά και τον επιχειρηματικό κόσμο. Είναι γεγονός ότι μέσα στις συνθήκες ύφεσης και έλλειψης ρευστότητας που επικρατούν τα τελευταία χρόνια, οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στο κόστος της ασφαλιστικής κάλυψης. Ωστόσο, αποτελεί πλέον συνείδηση για τις περισσότερες επιχειρήσεις αλλά και ελεύθερους επαγγελματίες, ότι η ορθολογική ασφάλιση έναντι ζημιών και ευθυνών, δεν αποτελεί μόνο κριτήριο ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης, αλλά και πολλές φορές επιβίωσης.
Στο πλαίσιο της λειτουργίας της, μια επιχείρηση μπορεί να αντιμετωπίσει απρόβλεπτα συμβάντα σε θέματα ζημιών. Ενδέχεται επίσης να βρεθεί αντιμέτωπη με ευθύνες έναντι των εργαζομένων, των συνεργατών ή των πελατών της, έναντι της ίδιας της πολιτείας και της κοινωνίας. Ειδικά σήμερα, ειδικά κάτω από τις συνθήκες ύφεσης και έλλειψης ρευστότητας, μια ζημιά ή μία απαίτηση αποζημίωσης μπορεί να σημάνει καταστροφή για την επιχείρηση.
Υπάρχουν δυστυχώς πολλά παραδείγματα επιχειρήσεων που έκλεισαν εξ’ αιτίας της αδυναμίας τους να αντιμετωπίσουν μη καλυπτόμενες ζημίες. Και υπάρχουν αντίθετα, ευτυχώς θα έλεγα, πολλά παραδείγματα εταιρειών που κατάφεραν να σταθούν στα πόδια τους γρήγορα και να συνεχίσουν απρόσκοπτα την πορεία τους, εξ’ αιτίας ενός σωστού ασφαλιστικού προγράμματος.
Σε κάθε περίπτωση, μέσα από μια ανοιχτή ανταγωνιστική αγορά, η επαρκής ασφάλιση των κινδύνων που συνδέονται με την επιχειρηματική δραστηριότητα, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως στοιχείο ενεργητικού και όχι απλώς ως ένα ακόμη κόστος. Η ασφάλιση αντιστοιχεί σε αξία, η οποία επηρεάζει την πιστοληπτική ικανότητα, αλλά και την ευρύτερη εικόνα της επιχείρησης απέναντι σε υφιστάμενους και δυνητικούς συνεργάτες, απέναντι στους θεσμικούς φορείς και το κοινωνικό σύνολο.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος του ασφαλιστικού συμβούλου είναι ιδιαίτερα σημαντικός και αντίστοιχα απαιτητικός. Και αυτό γιατί οι συμβουλές και οι προτάσεις του μπορούν να σώσουν, ή να καταδικάσουν μια επιχείρηση. Επίσης, γιατί η δουλειά που απαιτείται είναι η βαθειά γνώση του ασφαλιστικού αντικειμένου, αλλά και η ύπαρξη ικανού υπόβαθρου σε τεχνικά, οικονομικά, και νομικά θέματα. Οι επιχειρήσεις λοιπόν έχουν ανάγκη από έναν συνεργάτη-σύμβουλο με όλη τη σημασία της λέξης. Αναζητούν αξιοπιστία, γνώση, συνέπεια και επαγγελματισμό.
Η αύξηση της αβεβαιότητας, των κινδύνων και των αναγκών που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη διαδικασία θεσμικής ενίσχυσης της φερεγγυότητας, της διαφάνειας και της αξιοπιστίας της αγοράς, δημιουργούν ένα γόνιμο έδαφος για την οικοδόμηση μιας νέας σχέσης μεταξύ της ιδιωτικής ασφάλισης, των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Μια σχέση βασισμένη στην εμπιστοσύνη και στη συνεργασία.
Ο θεσμός των ασφαλιστικών συμβούλων μπορεί να πρωταγωνιστήσει σε αυτή την προσπάθεια, λειτουργώντας ως συνδετικός κρίκος, μεταξύ της ασφαλιστικής αγοράς και της κοινωνίας.
euro2day.gr