Ενάντια στο ρεύμα της κρίσης κινούνται οι ελληνικές επιχειρήσεις υπηρεσιών Πληροφορικής, οι οποίες, μεσούσης της χειρότερης οικονομικής συγκυρίας για τη χώρα, κατάφεραν να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους. Ειδικά οι μικρομεσαίες εταιρείες του κλάδου αύξησαν, την περίοδο 2009 – 2014, τις πωλήσεις τους κατά 6% ετησίως έναντι πτώσης 0,2% για τις μεγάλες επιχειρήσεις του τομέα (εταιρείες με πωλήσεις μεταξύ €10 εκατ. και €50 εκατ.).
Συνολικά, ΜμΕ της Πληροφορικής, αν και υπό δυσμενείς συνθήκες, επέδειξαν, από την έναρξη της κρίσης, υπεροχή σε όρους ανάπτυξης και εξωστρέφειας και υψηλό επίπεδο χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας. Η υπεροχή των ΜμΕ Πληροφορικής αντικατοπτρίζεται αφενός σε όρους ανάπτυξης με το 69% του τομέα να δηλώνει αναπτυξιακούς στόχους, έναντι 42% για το σύνολο των ΜμΕ. Αφετέρου αποτυπώνεται σε όρους εξωστρέφειας με τις εξαγωγές να καλύπτουν το 15% των πωλήσεων του τομέα έναντι 9% για το σύνολο των ΜμΕ) και να παραμένουν ισχυρές, ακόμα και κατά την περίοδο επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων (αύξηση εξαγωγών κατά 1% το 3ο τρίμηνο του 2015 σε σχέση με 2% το 2ο τρίμηνο του 2015).
Τη θετική εικόνα των ΜμΕ Πληροφορικής επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματα έρευνας της Εθνικής Τράπεζας σε δείγμα 1.200 επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τη μελέτη, ο κλάδος την Πληροφορικής στην Ελλάδα, μετά από μια περίοδο επιβράδυνσης των πωλήσεων της τάξης του 10% ετησίως το διάστημα 2009 – 2011, αναπτύχθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 3% κατά την τελευταία τετραετία. Ωστόσο, βάσει της πορείας του δείκτη εμπιστοσύνης (που παρουσιάζει προβλεπτική ικανότητα έναντι των πωλήσεων), ο κύκλος εργασιών των υπηρεσιών Πληροφορικής αναμένεται να μειωθεί το 2016 (κατά περίπου 5%-10%).
Ψηφιακά εργαλεία
Η μελέτη διαπιστώνει ότι, συνολικά, ο κλάδος της Πληροφορικής αποτελεί ένα από τα πλέον δυναμικά και τεχνολογικά εξελιγμένα κομμάτια του ελληνικού επιχειρείν, καθώς το 12% των πωλήσεων πραγματοποιούνται μέσω e-commerce (έναντι 3% για τον τομέα των ΜμΕ).
Επιπλέον, οι δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης (R&D) φτάνουν το 16% των πωλήσεων, έναντι μόλις 0,2% στο σύνολο των ΜμΕ, ενώ παράλληλα το 11% του τομέα κατέχει κάποιο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (έναντι 2% για τον τομέα των ΜμΕ).
Σχεδόν όλες οι ΜμΕ Πληροφορικής χρησιμοποιούν κάποιο ψηφιακό εργαλείο (έναντι 86% στο σύνολο ΜμΕ), με το 42% του τομέα να έχει ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα (έναντι 13% συνολικά) και το 74% του τομέα να έχει επενδύσει σε τεχνολογική αναβάθμιση κατά την τελευταία πενταετία (έναντι 51% για το σύνολο των ΜμΕ).
Οι επιχειρήσεις υπηρεσιών Πληροφορικής, σύμφωνα με την έρευνα, αντιμετωπίζουν δύο βασικά και πιεστικά ζητήματα. Το ένα σχετίζεται με τις υψηλές απαιτήσεις, οι οποίες αποτελούν το σημαντικότερο πρόβλημα για το 38% του τομέα σε σχέση με 19% για το σύνολο των ΜμΕ. Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει τον υψηλό βαθμό εξάρτησης από δημόσια έργα, τα οποία καλύπτουν το 40% των συνολικών πωλήσεων του κλάδου. Η ένταση αυτού του προβλήματος είναι ιδιαιτέρως εμφανής στις εταιρείες ενοποίησης συστημάτων, οι οποίες εξαρτώνται από το Δημόσιο σε βαθμό άνω του 70%.
Ένα μετρήσιμο ποσοστό του τομέα της τάξης του 6% δηλώνει ως πιεστικότερο πρόβλημα τη δυσκολία εύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού, ενώ μόλις το 1% του λοιπού εταιρικού τομέα δηλώνει αντίστοιχο πρόβλημα.
Αν και η Ελλάδα επενδύει στην πληροφορική, ο εγχώριος κλάδος υπηρεσιών πληροφορικής παραμένει πολύ μικρό κομμάτι του επιχειρηματικού τομέα. Συνολικά, ο εγχώριος κλάδος υπηρεσιών Πληροφορικής δεν φαίνεται να έχει αξιοποιήσει τη δυναμική των επενδύσεων Πληροφορικής και παραμένει πολύ μικρό κομμάτι της οικονομίας – καλύπτοντας το 0,5% του ΑΕΠ και το 0,4% της απασχόλησης (έναντι 2% του ΑΕΠ και 1,5% της απασχόλησης στην Ε.Ε.). Ως ανασταλτικός παράγοντας στην ανάπτυξη του κλάδου εντοπίζεται η χαμηλή διαθεσιμότητα ιδιωτικών κεφαλαίων χρηματοδότησης (private equity funds), τα οποία αντιστοιχούν σε μόλις 0,04% του ΑΕΠ την τελευταία επταετία, έναντι 0,3% στην Ε.Ε.
sofokleousin.gr